top of page
Διαταραχή ελλειματικής προσοχής - Υπερκινητικότητα

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής / υπερκινητικότητα είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή οργανικής αιτιολογίας. Τα κύρια χαρακτηριστικά των παιδιών με ΔΕΠ – Υ είναι η εκδήλωση συμπτωμάτων απροσεξίας και  παρορμητικότητας  / υπερκινητικότητας σε βαθμό δυσανάλογο με την ηλικία τους με αποτέλεσμα να          εμφανίζουν περιορισμένες ικανότητες  για:

α) συγκέντρωση της προσοχής τους,

β) αναστολή των παρορμήσεών τους και

γ) ρύθμιση της συμπεριφοράς τους σύμφωνα με συγκεκριμένους κοινωνικούς κανόνες.

Η ενεργητικότητα, η αυξημένη κινητική δραστηριότητα και η αδυναμία συγκέντρωσης της προσοχής για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα των περισσότερων παιδιών, ιδιαίτερα κατά τη προσχολική ηλικία. Ορισμένα όμως παιδιά παρουσιάζουν αυξημένη κινητική δραστηριότητα, παρορμητικότητα και απροσεξία σε σύγκριση με τα άλλα παιδιά της ίδιας χρονολογικής ηλικία. Με το πέρασμα του χρόνου και κυρίως με την είσοδο τους στο σχολείο καθώς οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος αυξάνουν τα παιδιά με διαταραχή ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στους τομείς της σχολικής, συναισθηματικής και κοινωνική τους προσαρμογής.  

Ένα από τα βασικά παράπονα των γονέων είναι ότι τα παιδιά αυτά σπάνια ολοκληρώνουν τις δραστηριότητες τις οποίες ξεκινούν και ιδιαίτερα όταν αυτές σχετίζονται με τη σχολική εργασία. Μέσα στην αίθουσα η υπερκινητική και παρορμητική συμπεριφορά των παιδιών αυτών τα δυσκολεύει να παραμείνουν καθιστά για πολλή ώρα και να παρακολουθούν με ησυχία το μάθημα (συχνά σηκώνονται από τις θέσεις τους και κάνουν βόλτες ή όταν παραμένουν καθιστά κάνουν άσκοπες κινήσεις και θόρυβο παρακωλύοντας την ομαλή διεξαγωγή του μαθήματος). Οι δάσκαλοι συχνά αναφέρουν ότι τα παιδιά με ΔΕΠ – Υ ονειροπολούν την ώρα του μαθήματος και είναι αφηρημένα και παρουσιάζουν ασυνέπεια στις επιδόσεις τους. Οι δυσκολίες των παιδιών επεκτείνονται και στον τομέα των διαπροσωπικών σχέσεων καθώς δυσκολεύονται να συμμετάσχουν σε ομαδικά παιχνίδια και να αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεων τους.


ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ  ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΔΕΠ- Υ

Βασικοί στόχος της ψυχολογικής υποστήριξης των παιδιών με ΔΕΠ – Υ αποτελούν:

η μείωση της παρορμητκότητας και της αυξημένης κινητικής δραστηριότητας,
η αύξηση του χρονικού διαστήματος προσοχής
η διαμόρφωση επιθυμητών συμπεριφορών αλληλεπίδρασης.   
Τα παιδιά με τη βοήθεια προγραμμάτων που εφαρμόζονται κατά την παρέμβαση μας και βασίζονται στην διαφορική ενίσχυση, την  λεκτική αυτοκαθοδήγηση και την επίλυση προβλημάτων  μαθαίνουν να ρυθμίζουν την συμπεριφορά τους σύμφωνα με τους κοινωνικούς κανόνες και να εντάσσονται καλύτερα στο οικογενειακό και  σχολικό περιβάλλον.         

Οι  γονείς και οι δάσκαλοι είναι απαραίτητο να εκπαιδευτούν, προκει­μένου να αποκτήσουν την ικανότητα να χειρίζονται αποτελε­σματικά τις αντιδράσεις του παιδιού με ΔΕΠ-Υ με τρόπο, ο οποί­ος να ευνοεί την εκδήλωση της θετικής συμπεριφοράς και να αποτρέπει την εκδήλωση της αρνητικής συμπεριφοράς. Η συνεργασία με τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς και η ενεργό εμπλοκή τους σε προγράμματα τροποποίησης της συμπεριφοράς αποτελεί βασικό τμήμα της θεραπευτικής αντιμετώπισης των παιδιών  με ΔΕΠ- Υ στο κέντρο μας.


ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ

Η εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς εντάσσεται στις δυσκολίες προσαρμογής ή αλλιώς συμπτώματα προβληματικής συμπεριφοράς που εμφανίζουν ταπαιδιά και οι έφηβοι. Εκτιμάται ότι το ένα τρίτο έως ένα δεύτερο των παιδιών που παραπέ­μπονται στις ιατροπαιδαγωγικές υπηρεσίες εκδηλώνουν εκείνες τις μορφές συμπεριφοράς που περιγράφονται με τον όρο 'διαταραχή δια­γωγής', ενώ το ποσοστό αυτό για τους εφήβους αγγίζει το 70%.

 Η επιθετικότητα σε ανθρώπους και ζώα και εκδηλώνεται, κυρίως  με άσκηση σωματική, λεκτικής και ψυχολογικής βίας, Επίσης,  η καταστροφή ιδιοκτησίας, η οποία εκ­δηλώνεται με την πρόκληση φωτιάς ή με άλλο τρόπο, όπως και οι κλοπές  αποτελούν  ενδείξεις της διαταραχής   Τέλος, η τέταρτη κατηγορία είναι οι συχνές παραβιάσεις κανόνων,  όπως η συχνή παραμο­νή εκτός σπιτιού τη νύχτα χωρίς τη γονεϊκή άδεια (με έναρξη πριν την ηλικία των 13 ετών), η απομάκρυνση από το σπίτι για μεγάλο χρονικό διάστημα και οι συχνές αδικαιολόγητες απουσίες από το σχολείο.

 Η συχνότητα εμφάνισης της διαταραχής διαφέρει ανάλο­γα με το φύλο και την ηλικία του παιδιού. Οι εκτιμήσεις για τη συχνότητα εμφάνισης της διαταραχής στα παιδιά και στους εφήβους κυμαίνονται μεταξύ 1-10% (Zoccolillo, 1993). Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, η διαταραχή διαγωγής εμφανίζεται στα αγόρια με συχνότητα πολύ μεγαλύτερη από αυτή των κο­ριτσιών. Συγκεκριμένα, στα τέσσερα αγόρια με διαταραχή διαγωγής αντιστοιχεί ένα μόνο κορίτσι

ΕΝΑΝΤΙΩΤΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Η εναντιωτική προκλητική διαταραχή αποτελεί ένα από τα πιο συχνά προβλήματα των παιδιών που παραπέμπονται. Χαρακτηρίζεται από αρνητισμό, έλλειψη συνεργατικής διάθεσης, έλλειψη υπακοής, προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά. Η αντιδραστική συμπεριφορά κατά την νηπιακή ηλικία εντάσσεται στα πλαίσια της φυσιολογικής ανάπτυξης. Η αυξημένη τάση του νηπίου για αυτάρκεια, αυτονομία και ανάληψη πρωτοβουλιών εκδηλώνεται ενίοτε με πείσμα, αρνητισμό και ανυπακοή. Στις περιπτώσεις όμως εκείνες που τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα και υπερβολική ένταση, συνεχίζονται κατά τη παιδική ηλικία και αποτελούν βασικό παράγοντα της διατάραξης των σχέσεων με τους ενηλίκους και τους συνομηλίκους τότε ενδέχεται να αποτελούν ένδειξη εναντιωτικής προκλητικής διαταραχής.

Η εναντιωτική προκλητική διαταραχή παρουσιάζεται στο γενικό πληθυσμό με συχνότητα 6 – 10. Το 50% των παιδιών με εναντιωτική προκλητική διαταραχή συνεχίζει να παρουσιάζει αυτή τη διαταραχή στην εφηβεία, το 25% αναπτύσσει επιπλέον συμπτώματα διαταραχή διαγωγής ενώ στο 25% τα συμπτώματα υποχωρούν.

Αν και η εναντιωτική προκλητική διαταραχή αποτελεί κυρίως διαταραχή της συμπεριφοράς,  χαρακτηρίζεται από  γνωστικές συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες. Όσον αφορά τη γνωστική ανάπτυξη, τα παιδιά με εναντιωτική προκλητική διαταραχή χαρακτηρίζονται από αδυναμία εσωτερίκευσης των κοινωνικών κανόνων και των κοινωνικά αποδεκτών προτύπων συμπεριφοράς και από αποδοτικό στυλ. Ερμηνεύουν τις αλληλεπιδράσεις ως απειλητικές και αντιδρούν με επιθετικότητα και προκλητική συμπεριφορά. Ο θυμός και η ευερεθιστότητα αποτελούν τα κυρίαρχα συναισθήματα των παιδιών  με εναντιωτική προκλητική διαταραχή. Η σχέση των γονέων – παιδιών χαρακτηρίζεται από αποτυχία συμμόρφωσης των παιδιών με  τις απαιτήσεις και τους κανόνες των γονέων και  από χρήση τιμωρητικών μεθόδων επιβολή της πειθαρχίας. Οι γονείς χρησιμοποιούν συχνά απειλητικό ύφος, επιβάλουν  σωματικές τιμωρίες και δίνουν στα παιδιά τους περισσότερες εντολές και οδηγίες χωρίς μάλιστα να τους αφήνουν τον απαραίτητο χρόνο για να συμμορφωθούυ και δεν τροποποιούν τη συμπεριφορά τους ανάλογα με το επίπεδο επιτυχίας του παιδιού

© 2014  created with Wix.com

Success! Message received.

bottom of page